Video
Χωριό
Το Γαναδιό είναι κτισμένο στις υπώρειες του Σμόλικα σε απόσταση 30 χιλιομέτρων βόρεια της Κόνιτσας επί της παλαιάς οδού Ιωαννίνων –Κοζάνης. Έχει ελάχιστους μόνιμους κατοίκους ο αριθμός των οποίων αυξάνεται ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες οπότε και επιστρέφουν οι απόδημοι Γανναδιώτες. Στο εσωτερικό του οικισμού δεσπόζουν τα μεγάλα κτίρια του Παρθεναγωγείου και του Δημοτικού σχολείου , τα οποία κατασκευάστηκαν με δαπάνες του κληροδοτήματος Σπυρίδωνα Ξυνού, καθώς και ο κεντρικός ναός των Ταξιαρχών με το χαρακτηριστικό καμπαναριό, στην άκρη της πλακόστρωτης πλατείας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζουν και τα κτίρια του Ξενώνα και του Κοινοτικού γραφείου καθώς και ο υπεραιωνόβιος πλάτανος, η περίμετρος του οποίου φθάνει τα έξι μέτρα. Το χωριό είναι ευρύτερα γνωστό για τον αρχιτεκτονικό του πλούτο ενώ ήδη από το 1979 έχει ενταχθεί στον κατάλογο των παραδοσιακών οικισμών.
Ιστορία
Σύμφωνα με την παράδοση ,το χωριό προέκυψε από την συνένωση μικρότερων συνοικισμών ,που εντοπίζονται αρχικά στην θέση «Σουπόστιανη» στους πρόποδες του όρους Γύφτισσα. Μια επιδημία ευλογιάς που θα ενσκήψει γύρω στα 1800, θα αναγκάσει τους κατοίκους να μεταφερθούν νοτιότερα και να εγκατασταθούν σε τρεις χωριστούς οικισμούς, το Γαναδιό, την Μεσαριά και το Μοναστήρι (Μποτσιφάρι ) Τα τρία αυτά χωριά συναποτελούσαν παλαιότερα την Μόλιστα ,ονομασία η οποία αποδίδεται στις μέρες μας στην Μεσαριά. Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες πριν από τον Α παγκόσμιο πόλεμο το χωριό ήταν ευρύτερα γνωστό ως κοινότητα Μόλιστας, συνοικία Γαναδιό ή ως Γαναδιό Μόλιστας. Η θέση του οικισμού χαρακτηρίζεται ως κομβική ενώ στα χρόνια της Τουρκοκρατίας θα διαδραματίσει καίριο ρόλο, καθώς αποτέλεσε έδρα δικαστών και φοροεισπρακτόρων ενώ ήταν το μόνο χωριό , μαζί με την Βούρμπιανη , σε ολόκληρη την επαρχία Κόνιτσας , όπου λειτουργούσε Σχολαρχείο.
Οι περισσότεροι κάτοικοι ασχολούνταν με την γεωργία και την κτηνοτροφία ενώ το χωριό έβγαλε και αρκετούς μαστόρους της πέτρας, που δούλεψαν κυρίως στο Ζαγόρι με επικεφαλής τις οικογένειες των Νακαίων και των Τσανάδων Στο πέρασμα των χρόνων, αρκετοί από τους κατοίκους θα μεταναστεύσουν στο εξωτερικό (Ρουμανία) όπου θα διακριθούν στο εμπόριο, ενισχύοντας οικονομικά την ιδιαίτερη πατρίδα τους μέσω δωρεών και κληροδοτημάτων, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση εκείνη των Νικολάου και Σπυρίδωνα Ξυνού. Ο Νικόλαος Ξυνός , με την διαθήκη του 1845 , κληροδότησε στο Γαναδιό, την περιουσία που είχε αποκτήσει στο Βουκουρέστι, ενώ ο γιος του Σπυρίδων , κληροδότησε πρόσθετα εισόδηματα της τάξης των 135.000 φράγκων, ποσό το οποίο προορίζονταν για την συντήρηση και λειτουργία του Σχολείου και του Παρθεναγωγείου. Το κληροδότημα Ξυνού ήταν ενεργό έως το 1940 οπότε και θα διακοπεί η λειτουργία του εξαιτίας των δυσμενών συνθηκών της Κατοχής. Το Γαναδιό θα διατηρήσει την αίγλη του έως τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες οπότε και θα περιέλθει σε τροχιά παρακμής , από κοινού με τα υπόλοιπα χωριά της περιοχής, εξαιτίας του έντονου μεταναστευτικού ρεύματος.
Αρχιτεκτονική
Το Γαναδιό ξεχωρίζει μεταξύ άλλων για την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του η οποία τελεί σε άμεση σχέση με την ιστορική πορεία του οικισμού. Το χωριό διατρέχει μια κεντρική αρτηρία η οποία ξεκινά από την πλατεία και στην συνέχεια διακλαδώνεται στις επιμέρους γειτονιές (μαχαλάδες), καταλήγοντας ξανά στην πλατεία , δίνοντας την αίσθηση μιας αμυντικής, φρουριακής διάταξης που ενισχύεται από το γεγονός της άμεσης γειτνίασης των επιμέρους κατοικιών. Κατά μήκος της αρτηρίας αυτής εντοπίζονται και οι κοινόχρηστες βρύσες. Οι συνοικίες ή μαχαλάδες παίρνουν το όνομα τους από τον αρχηγό της οικογένειας (φάρας) ενώ ανάμεσα στα σπίτια του χωριού ξεχωρίζει η οχυρή κατοικία της οικογένειας του Βαγγέλη Ξυνού και το σπίτι της οικογένειας Γιούσιου κάθε πέτρα του οποίου λέγεται ότι στοίχισε μια χρυσή λίρα. Τα σπίτια ήταν συνήθως διώροφα ή τριώροφα με τον κάτω όροφο (κατώγι)να χρησιμεύει ως αποθήκη και στάβλος και τον επάνω όροφο (ανώγι) που χρησίμευε ως κατοικία της οικογένειας και περιλάμβανε την « κρεββάτα» ένα χώρο που προοριζόταν για συγκεντρώσεις και το ζεστό χειμωνιάτικο δωμάτιο με το τζάκι γνωστό και ως «μαντζάτο». Εσωτερικά τα σπίτια ήταν σοβατισμένα με ασβεστοκονίαμα ενώ διέθεταν ξύλινα ταβάνια με σχέδια, μεγάλες εντοιχισμένες ντουλάπες (μεσάντρες) και παράθυρα με σταυρωτές σιδεριές για λόγους ασφαλείας.
Πολιτισμός
Το Γαναδιό αποτελεί έναν οικισμό που συγκεντρώνει στο εσωτερικό του όλα τα διακριτά στοιχεία της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής των μαστόρων της πέτρας ενώ ταυτόχρονα αντανακλά το ήθος και το χρώμα μιας άλλης εποχής. Οι κάτοικοι του ασχολήθηκαν από νωρίς με το εμπόριο και τις τραπεζικές συναλλαγές κομίζοντας πλούτο και αέρα ευημερίας στην ιδιαίτερη πατρίδα τους. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει ο Σπυρίδων Ξυνός, με χρήματα του οποίου κατασκευάστηκαν το Σχολαρχείο, το Παρθεναγωγείο αλλά και η Ευδοκία Τσέρτου η οποία καταγόταν από το Ζαγόρι και έζησε στην Αίγυπτο. Ο άνδρας της ήταν από το Γαναδιό και το 1970 δώρισαν στο χωριό δυο ακίνητα στην Αθήνα για να προικοδοτούνται άπορες κοπέλες και να ενισχύονται οικονομικά άποροι μαθητές. Στο δωρητήριο ζητούσαν να γίνει το σπίτι τους Υφαντουργική Σχολή. Δείκτη του οικονομικού και πνευματικού επιπέδου αποτέλεσε και η σύσταση πολιτιστικού συλλόγου το 1933 με δαπάνες του οποίου φυτεύτηκε με ακακίες ο λόφος της Τζιαντόρας . Με προσωπική εργασία φυτεύτηκαν επίσης διακόσια δενδρύλλια καναδικής λεύκας και ακακίες στους δρόμους του χωριού, στα Λιβάδια και στη Τζιαντόρα με πρωτοβουλία του Θεόδωρου Γκούτου. Ο σύλλογος συστήθηκε ξανά το 1976 με έδρα την Αθήνα αναλαμβάνοντας μεταξύ άλλων το έργο της εξεύρεσης πόρων για την εκτέλεση κοινωφελών έργων. Αρκετοί ωστόσο ήταν και οι κάτοικοι του χωριού που ασχολήθηκαν με την μαστορική οργανώνοντας τα δικά τους συνεργεία. Γνωστά μεταξύ άλλων ήταν τα μπουλούκια του Αλέξη Παπαδημητρίου και του Απόστολου Ντόκου που εργάστηκαν στην ευρύτερη περιοχή.
Θρησκεία
Στην κεντρική πλατεία του οικισμού απέναντι από το κτίριο του Αμελικού δεσπόζει επιβλητική η εκκλησία των Ταξιαρχών . Στον ίδιο χώρο προϋπήρχε ναός μικρότερων διαστάσεων έως το 1870 οπότε και οικοδομήθηκε στην θέση της παλιάς η υπάρχουσα μνημειώδης βασιλική των Ταξιαρχών για να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες του οικισμού λόγω της αύξησης του πληθυσμού. Ο ναός των Ταξιαρχών με τους 9 τρούλους είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά μνημεία θρησκευτικής αρχιτεκτονικής στην ευρύτερη περιοχή της Κόνιτσας. Διαθέτει αγιογραφίες του Γαναδιώτη ζωγράφου Νικολαΐδη ενώ το τέμπλο το έφεραν σύμφωνα με την παράδοση νύχτα από το Αργυρόκαστρο. Σύμφωνα με την παράδοση το 1930 έγινε ένα θαύμα κατά το οποίο ο Εσταυρωμένος δάκρυσε και σε ανάμνηση του θαύματος αυτού κάθε χρόνο γίνεται θρησκευτικό πανηγύρι στις 20 Αυγούστου.
Στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας υψώνεται το περίτεχνο κωδωνοστάσιο, κτισμένο το 1856 από την παρέα του πρωτομάστορα Χαρισιάδη Την ημέρα της εορτής των Ταξιαρχών γινόταν μεγάλο πανηγύρι στο Γαναδιό με την συμμετοχή κατοίκων από την γύρω περιοχή. Σημείο αναφοράς του θρησκευτικού συναισθήματος των Γανναδιωτών ωστόσο αποτελούσε και η Μονή Εισοδίων της Θεοτόκου στον γειτονικό οικισμό της Μόλιστας. Η Μονή Εισοδίων της Θεοτόκου είναι κτισμένη λίγο πιο πάνω από τον οικισμό του Μοναστηρίου . Η κτητορική επιγραφή που σώζεται σε εντοιχισμένη πλάκα αναφέρει ως έτος κτίσης αρχικά το 1672 και εν συνεχεία το 1819. Πρόκειται για μονόκλιτη βασιλική με γυναικωνίτη ενώ στον κυρίως ναό σώζονται δυο πέτρινα μανουάλια του 1831.
Φύση
Η κυριότερη παραγωγή στο χωριό κατά το παρελθόν ήταν εκείνη του σιταριού που ανερχόταν σε 300 οκάδες ανά οικογένεια , ενώ παλιότερα δεν επαρκούσε και τα νοικοκυριά αγόραζαν . Το Γαναδιό όπως και τα άλλα χωριά ήταν ονομαστό για το κρασί του. Παρήγαγε 130.000 οκάδες σταφύλια και υπήρχαν διάφορες ποικιλίες. Το δάσος που υπήρχε γύρω από το χωριό προστατευόταν επιμελώς και απαγορευόταν η υλοτόμηση με εξαίρεση δυο ημέρες το χρόνο οπότε και επιτρεπόταν η κοπή ξύλων στην περιοχή της Σουπόστιανης.
Προτεινόμενη Διαδρομή